- ζυμάση
- η фермент пивных дрожжей
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ζυμάση — η ένζυμο που εκκρίνεται από τους ζυγομύκητες και μπορεί να προκαλέσει ζύμωση τών σακχάρων ακόμη και χωρίς την παρουσία τών ζυμομυκήτων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zymase < zym (πρβλ. ζύμη) + ase (πρβλ. αση)] … Dictionary of Greek
ζυμάση — η ένζυμο της ζυθοζύμης, που αποσυνθέτει τη γλυκόζη σε αλκοόλη και διοξείδιο του άνθρακα κατά την αλκοολική ζύμωση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)